- ὁδηγήσεως
- ὁδηγήσεω̆ς , ὁδήγησιςguidingfem gen sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αεροναυτιλία — Κλάδος της αεροναυτικής, που αναφέρεται στην τεχνική της πλεύσης και της κυκλοφορίας στον αέρα των πτητικών συσκευών. Η α. στα πρώτα της βήματα χρησιμοποιούσε μεθόδους της ναυτιλίας, τώρα όμως χρησιμοποιεί ραδιοηλεκτρικές μεθόδους, οι οποίες… … Dictionary of Greek